Έλληνες Εξωτερικού– Πως βρεθήκατε στην Ταϊλάνδη ;

Ναός Loha Prasat στην Μπανγκόκ

Στην Ταϊλάνδη βρέθηκα με τον ΟΗΕ. Δούλεψα στην Μπανγκόκ από τον Σεπτέμβριο του 1999 ως τον Ιανουάριο του 2003. Προηγουμένως ήμουν στην Καμπότζη, πάλι με τον ΟΗΕ, από τον Μάιο 1996 ως τον Σεπτέμβριο 1999.

Και στις δύο αυτές χώρες συμμετείχα στο άνοιγμα ελληνικών εστιατορίων, πρώτα στην Καμπότζη, το 1998, και μετά στην Μπανγκόκ, όπου ανοίξαμε το 2001. Και τα δύο εστιατόρια έφεραν το όνομα ΑΘΗΝΑ.

Σημειωτέον, εκτός από Ταϊλάνδη και Καμπότζη, εργάστηκα και στην Ινδονησία, Μαλαισία και Βιετνάμ, με αποστολές και στις υπόλοιπες χώρες τις περιοχής, στην οποία έμεινα τελικά περί τα 15 χρόνια, εργαζόμενος πότε στον ΟΗΕ και πότε σε προγράμματα Ευρωπαϊκής Ένωσης.

  • Πείτε μας λίγα λόγια για το εστιατόριο Αθήνα στην Μπανγκόκ και στην Πνομ Πενχ. Το ξεκίνημα του, δυσκολίες που αντιμετωπίσατε, κλπ.

Οδοιπορικό Καμπότζης Δεκέμβριος 2008, από τον Σωτήρη Βατικιώτη

Τα χρόνια εκείνα, ιδίως όταν άνοιξα το πρώτο εστιατόριο στην Πνομ Πενχ, δεν υπήρχαν καθόλου ελληνικά εστιατόρια στην όλη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ασίας, παρά την πληθώρα εθνικών και μη εθνικών εστιατορίων. Έβρισκες, βέβαια, ορισμένα ελληνικά εδέσματα κυρίως σε ξενοδοχεία, όπως η ελληνική σαλάτα ή ο μουσακάς, χωρίς, όμως, ούτε καν να προσεγγίζουν την αυθεντικότητα.

Στην Καμπότζη απευθυνθήκαμε στην αρκετά μεγάλη παροικία των διπλωματών, επιχειρηματιών, υπαλλήλων διεθνών οργανισμών κτλ., που προέρχονταν από δυτικές χώρες, δεδομένου ότι αυτοί γνώριζαν ήδη την ελληνική κουζίνα. Οι Καμποτζιανοί δεν είχαν ενδιαφέρον για ξένες κουζίνες τα χρόνια εκείνα, δεδομένου ότι είμαστε την εποχή αμέσως μετά τον τριακονταετή εμφύλιο πόλεμο της χώρας, κατά τον οποίο η τάξη των αστών και των κοσμοπολιτών είχε εξολοθρευτεί. Ελάχιστες φορές μας επισκέφτηκαν Καμποτζιανοί, κυρίως όσοι είχαν ζήσει στην Ευρώπη, όπως κάποια μέλη της βασιλικής οικογένειας.

Η φιλοσοφία μας ήταν να κάνουμε ένα εθνικό εστιατόριο που να προσφέρει μια συγκλονιστική φυγή από την πραγματικότητα. Τόσο οι γεύσεις όσο και ο διάκοσμος και η μουσική ήταν σαν να άφηνες τη βραδιά εκείνη την Καμπότζη πίσω σου και να μεταφερόσουν σε έναν εντελώς διαφορετικό κόσμο, στην Ελλάδα, η ατμόσφαιρα της οποίας έβγαινε και έντονα αλλά και με τρόπο εκλεπτυσμένο, μια ελκυστική εκδοχή της Ελλάδας.

Φέραμε επαγγελματία μάγειρα από την Αθήνα, ο οποίος κατέκτησε τους ουρανίσκος όλων μας με τις φανταστικές γεύσεις, που ήξερε να δημιουργεί, δώσαμε δε μεγάλη σημασία στην αυθεντικότητα των συνταγών. Όσες ελληνικές συνταγές θεωρήσαμε πως ήταν δύσκολο να εκτελεστούν ή να αγαπηθούν από την πελατεία μας τις παραλείψαμε, αλλά όσες συμπεριλάβαμε ήταν κλασσικές, χωρίς καλπονοθείες και αλχημείες. Για να πλησιάσουμε δε περισσότερο την αυθεντικότητα, κάναμε μόνοι μας ελληνικό στραγγιστό γιαούρτι και πίτα για σουβλάκια.

Ο μαρμάρινος ναός της Μπανγκόκ, Wat Benchamabophit

Τα προβλήματα που αντιμετωπίσαμε ήταν κυρίως η ελλιπέστατη υποδομή (διαρκείς διακοπές ρεύματος κτλ.) και η ασταθής πολιτική κατάσταση. Γινόταν συχνά βίαιες εξεγέρσεις και επεισόδια, ενίοτε έπεφταν πυροβολισμοί μπροστά στο εστιατόριο, και πολλές φορές οι πελάτες δεν μπορούσαν να έλθουν ή αναγκαζόμαστε να κλείσουμε για λόγους ασφαλείας.

Στη Μπανγκόκ η κατάσταση ήταν πολύ καλύτερη από κάθε άποψη. Αξίζει να σημειωθεί, ότι στα 4 συνολικά χρόνια που έμεινα σε αυτή την πόλη δεν βίωσα ούτε μία διακοπή ρεύματος! Η πελατεία μας ήταν πραγματικά κοσμοπολίτικη, κατά το ήμισυ Δυτικοί και κατά το ήμισυ Ασιάτες (Ταϊλανδοί, Γιαπωνέζοι και άλλοι) και η κουζίνα μας και πάλι ήταν αυθεντική, αυτή τη φορά με μαγείρισσα από την Ελλάδα, η οποία καθιέρωσε σπιτικές γεύσεις, ενώ ταϊλανδικό προσωπικό της κουζίνας καθιέρωσε πανέμορφες παρουσιάσεις. Επίσης, το ταϊλανδικό προσωπικό, με επικεφαλής τον διευθυντή του εστιατορίου, κ. Νοππαράτ Πραϊσαβάν, οργάνωνε κάθε σαββατοκύριακο ελληνικό γλέντι με ελληνικούς χορούς και σπάσιμο πιάτων. Αξέχαστες βραδιές, με τους πελάτες να μένουν με ανοιχτό το στόμα όταν ο Νοππαράτ χόρευε ζεϊμπέκικο, συρτάκι και άλλους ελληνικούς χορούς καλύτερα από το 99% των Ελλήνων!

Συνέντευξη με τον Γεράσιμο ΦουρλάνοΤο ελληνικό εστιατόριο ΑΘΗΝΑ στην Μπανγκόκ της Ταϊλάνδης

Ένα από τα προβλήματα, που αντιμετωπίσαμε στη Μπανγκόκ, και εν μέρει και στην Καμπότζη, ήταν πως θεώρησα σαν αυθεντική ελληνική κουζίνα αυτή που ήθελα πριν μισό σχεδόν αιώνα, όταν έφυγα από την Ελλάδα, και που είχε αποτυπωθεί στα βιβλία του Τσελεμεντέ και της Χρύσας Παραδείση.

Μπανγκόκ Bangkok

Πολλοί πελάτες, όμως, είχαν επισκεφτεί την Ελλάδα πρόσφατα και έβρισκαν, τώρα πια, μια άλλη κουζίνα, κάτι μεταξύ Μακδόναλντ και Νια-νια ντε Παρί, με σβησίματα με κρασιά, φλόμωμα στα μανιτάρια και στις κρέμες γάλακτος και ουσιαστική κατάργηση κάθε μυρωδικού ή μπαχαρικού, άσε τις τηγανητές πατάτες που συνοδεύουν πια ακόμη και τις σούπες. Πώς, τώρα, να πείσω τους πελάτες μου, ότι η δηθενιά αυτή της σημερινής ελλαδικής γαστρονομίας δεν είναι αυθεντική, ενώ αυτά που μαγειρεύαμε εμείς στην Ταϊλάνδη ήταν τα σωστά;

Ειδικά στην Μπανγκόκ φάγαμε και έναν πόλεμο από ένα στέλεχος η οποία σκόπευε να ανοίξει αυτή ελληνικό εστιατόριο, αλλά την προλάβαμε εμείς. Όταν κλείσαμε το ΑΘΗΝΑ, το 2008, η εν λόγω κυρία άνοιξε το περιπόθητο μαγαζί της, το οποίο όμως δεν περπάτησε καθόλου, αναδείχτηκε σε πραγματικό Ντε Λος Βαράτος Ντε Λος Μύγος. Από ότι ξέρω, σήμερα δεν υπάρχει πια.

Σημειωτέον, ότι όταν έφυγα από την Καμπότζη πούλησα το εκεί εστιατόριο ΑΘΗΝΑ σε έναν Αμερικάνο, που νομίζω πως το έχει ακόμη, με το ίδιο όνομα, με ορισμένα ελληνικά φαγητά στο μενού αλλά και άλλα, περισσότερο διεθνή εδέσματα.

  • Σε ποια άλλα μέρη στον κόσμο έχετε ταξιδέψει, κάποια που σας άρεσαν περισσότερο;

Λαλιμπέλα έντεκα μονολιθικές εκκλησίες στην Αιθιοπία

Λόγω της δουλειάς μου έχω ζήσει σε πολλές χώρες. Εκτός από ολόκληρη τη Νοτιοανατολική Ασία, έχω κάνει μεγάλα διαστήματα στην Αφρική (όπου βρίσκομαι και τώρα), στη Μολδαβία, στα Σκόπια, στο Αζερμπαϊτζάν, στην Τουρκία, και έχω κάνει σύντομες αποστολές σε πολλές άλλες χώρες. Όλες αυτές τις χώρες θα τις διέκρινα σε δύο κατηγορίες, αυτές όπου θα μπορούσα να μείνω για πάντα, όπως η Ταϊλάνδη, η Μαλαισία, η Σιγκαπούρη ή οι Βαλκανικές χώρες (κυρίως λόγω της γειτνίασης και της ομοιότητας με την Ελλάδα) και σε αυτές, όπου αισθανόμουν αδιάφορα ή και ότι ήθελα να φύγω. Μου άρεσε πολύ και η Αιθιοπία, από την Αφρική, γιατί έχει το καλύτερο κλίμα στον κόσμο, είναι πανέμορφη σαν τοπίο, και έχει μουσική, χορούς και γαστρονομία που σε αιχμαλωτίζουν, όμως η υποδομή και τα πρακτικά προβλήματα παραείναι μεγάλα. Κάποιες χώρες της Κεντρικής Ασίας, όπως το Καζακστάν ή το Αφγανιστάν, με έκαναν να αισθανθώ πως ήθελα να φύγω….

  • Τι σας λείπει από την Ελλάδα όσο καιρό λείπατε από αυτή;

Μου λείπει το ελληνικό γιαούρτι, τα χόρτα, τα φασολάκια λαδερά (όλα τα άλλα τα βρίσκω όπου και να είμαι, ακόμη και τη φέτα ή το ελαιόλαδο). Μου αρέσει επίσης το μεσογειακό τοπίο με τις διαρκείς εναλλαγές του, η ελληνική μουσική και οι ελληνικές παραλίες. Ανήκω ίσως στους λίγους, που μου λείπει και η Αθήνα σαν πόλη.

Δεν μου λείπει η ελληνική γραφειοκρατία, η δε σύγχρονη ελληνική κουζίνα είναι σίγουρη απογοήτευση.

Jur Dr Gerassimos Fourlanos, Senior Legal Consultant

Την σελίδα του κυρίου Φουρλάνου θα την βρείτε στην εξής διεύθυνση http://www.fourlanos.se/

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here